Ο «λιγνός», ηθοποιός από το κωμικό δίδυμο του «Λιγνού και του Χοντρού», Σταν Λόρελ, αγαπήθηκε όσο λίγοι απ’ το κοινό. …
Έφυγε απ’ τη ζωή στις 23 Φεβρουαρίου του 1965 και το χιούμορ του δεν τον εγκατέλειψε ούτε στιγμή….
Έκανε πέντε γάμους, τους δύο με την ίδια γυναίκα. Η τελευταία του επιθυμία πριν πεθάνει ήταν να κάνει σκι…
Ο Λόρελ γεννήθηκε στις 16 Ιουνίου του 1890 στην Αγγλία. Σε ηλικία 20 ετών, έγινε μέλος του θιάσου Φρεντ Κάρνο. Συνεργάτης του δεν ήταν άλλος από τον θρυλικό Τσάρλι Τσάπλιν…. όπου αντικατέστησε τον Τσάρλι Τσάπλιν σε μία περιοδεία στην Αμερική.
Για κάποιο διάστημα μάλιστα συγκατοίκησαν οι δύο κωμικοί. Ο Τσάπλιν, γνωστός για τον ανταγωνισμό και τη μισαλλοδοξία του, δεν ανέφερε ποτέ τον Σταν. Ο Σταν, αντιθέτως, ποτέ δεν είπε κακιά κουβέντα γι’ αυτόν: «Ο Τσάρλι ήταν, είναι και θα είναι πάντα ο μεγαλύτερος κωμικός στον κόσμο», δήλωσε κάποτε. Γύρω στα 1916 εγκατέλειψε το επώνυμο Τζέφερσον επιλέγοντας το Λόρελ για ένα βασικό λόγο: το Σταν Τζέφερσον περιείχε 13 γράμματα και, όπως οι περισσότεροι καλλιτέχνες, ήταν κι εκείνος προληπτικός. Άρχισε να γυρίζει (με τη Universal) πολλές μικρού μήκους ταινίες υποδυόμενος έναν χαρακτήρα που ονομαζόταν Χίκορι Χίραμ και ήταν κουτός χωρικός.
Πριν γνωρίσει τον Όλιβερ Χάρντι, είχε πρωταγωνιστήσει μόνος του σε περισσότερες από 50 ταινίες. Το δίδυμο δημιουργήθηκε από τον παραγωγό Χολ Ρόουτς, πνευματικό πατέρα -μαζί με τον σκηνοθέτη Λίο Μακ Κάρεϊ- του Χοντρού και του Λιγνού, του δημοφιλέστερου κωμικού ντουέτου όλων των εποχών. Πρωτοσυναντήθηκαν στην οθόνη στο The Lucky Dog (1921) και έπαιξαν μαζί και σε άλλες ταινίες, όπως στο Duck Soup (1927), αλλά ως πραγματικό ντουέτο εμφανίστηκαν στο Φορώντας παντελόνια στον Φίλιπ (Putting Pants on Philip, 1927), όπου ο Σταν υποδύεται έναν νεαρό Σκωτσέζο που έρχεται στην Αμερική στον θείο του Όλι.
Το 1927 ο Χοντρός και ο Λιγνός γύρισαν 13 ταινίες και το 1928 11 και ως το 1932 εμφανίζονταν σε μικρού μήκους και, ως επί το πλείστον, βουβές. Μεταξύ αυτών οι: Η μάχη του αιώνα, Μουσικοί για κλάματα, Μια τέλεια μέρα (1929), Ο Χοντρός και ο Λιγνός φορτοεκφορτωτές (The Music Box, 1932), που απέσπασε ένα από τα Όσκαρ για μικρού μήκους ταινία εκείνης της χρονιάς, κ.α. Μετά το 1932 άρχισαν την παραγωγή μεγάλου μήκους και ομιλουσών, ανάμεσα στις οποίες ορισμένες από τις πιο απολαυστικές: Ο Χοντρός και ο Λιγνός πάνε στον πόλεμο, Τα παιδιά της ερήμου, Δυο εύθυμοι Σκωτσέζοι, Ο Χοντρός και ο Λιγνός καουμπόηδες, Οι δύο βλάκες, Βάρδα Φουρνέλο, Τα κούτσουρα της Οξφόρδης, κ.α.
Περισσότερες από 100 ταινίες γύρισαν ως ζευγάρι. Το δημιουργικό πνεύμα της δυάδας ήταν ο Λόρελ, ο οποίος, αν και δεν χρίστηκε ποτέ σκηνοθέτης ή σεναριογράφος, έπαιζε κύριο ρόλο σε όλα τα στάδια της παραγωγής. Ο Λόρελ και ο Χάρντι είχαν μία επαγγελματική φιλοδοξία και μόνο: ήθελαν να κάνουν τους ανθρώπους να γελούν. Δεν έτρεφαν αυταπάτες για τους εαυτούς τους.
Όταν ο Όλι κοιτούσε επιτιμητικά τον Σταν, εκείνος έξυνε αμήχανα το κεφάλι του σουφρώνοντας το πρόσωπό του. Το κλάμα του κοκορόμυαλου τρομοκρατημένου γκαφατζή έγινε σήμα κατατεθέν της αμερικανικής κωμωδίας.
Για τον Σταν η κωμωδία ήταν η ζωή του και συνέχιζε να εργάζεται και μετά το τέλος του γυρίσματος, ενώ ο Χάρντι έσπευδε να ασχοληθεί με το αγαπημένο του χόμπι: το γκολφ. Οι κωμωδίες τους απλές σε δράση, γίνονταν απολαυστικές από τις συνεχείς ανατροπές των καταστάσεων, τα εναλλασσόμενα γκαγκ. Ήρωες μικροαστικής προέλευσης, ήθελαν να γίνουν κοινωνικά σεβαστοί αλλά και αρεστοί.
Φορούσαν αξιοπρεπή κοστούμια, σκληρά καπέλα και απευθύονταν ο ένας στον άλλον με την προσφώνηση μίστερ. Αποκτούσαν μία καθωσπρέπει απασχόληση ως μεταφορείς πιάνων ή πωλητές χριστουγεννιάτικων δέντρων κι αν στο τέλος τα έκαναν θάλασσα, αυτό δεν έβλαπτε παρά τους ίδιους.
Άτολμοι και γκαφαδόροι παρά το σοβαροφανές ύφος τους, βυθίζονταν μεγαλοπρεπώς σε λακκούβες, έβαφαν καλοσχηματισμένα οπίσθια ανύποπτων κυριών, προσπαθούσαν, με απόγνωση, να απαλλαγούν από μία κατσίκα και κατόρθωσαν να ανεβάσουν ένα άλογο πάνω σε ένα πιάνο. Για τον τουρτοπόλεμο, ο συγγραφέας Χένρυ Μίλλερ παρατήρησε: «Ήταν το βασίλειο και η αποθέωση της τούρτας. Δεν υπήρχαν παρά τούρτες, χιλιάδες τούρτες». Η άποψη του Σταν ήταν: «Αν πρόκειται να γυρίσουμε μια ταινία με τουρτοπόλεμο, ας χρησιμοποιήσουμε τόσο πολλές τούρτες ώστε να μη μείνει χώρος για παρόμοια ταινία στην ιστορία του κινηματογράφου!».
Ο Χοντρός και ο Λιγνός, το διασημότερο δίδυμο στην ιστορία του κινηματογράφου, έπαψε ουσιαστικά να υπάρχει πριν από τον κλινικό θάνατο του ζεύγους. Την τελευταία τους ταινία τη γύρισαν στη Γαλλία το 1950 (Οι Νέοι Ροβινσώνες). Οι βασιλιάδες του γέλιου ήταν ήδη εξασθενημένοι και κουρασμένοι. Αλλά από τη στιγμή που συναντήθηκαν, τέλη του 1920, ως τη χρονιά που ο Όλιβερ Χάρντι πέθανε παρέμειναν στενά συνδεδεμένοι όχι μόνο γιατί το ντουέτο τους πωλούσε αλλά γιατί ήταν και καλοί φίλοι: «Ο Όλι ήταν σαν αδελφός μου.
Από το 1918 μέχρι το τέλος της ζωής του το 1965, ο Λόρελ δεν βρέθηκε ποτέ χωρίς σύντροφο. Όμως, άργησε πολύ να βρει πραγματική ευτυχία απ’ τους γάμους του. Καλόκαρδος και φιλότιμος, έπεφτε συχνά θύμα «μεγαιρών», οι οποίες προσπαθούσαν να ελέγξουν κάθε πτυχή της ζωής του….
Πρώτη και καλύτερη ήταν η Μάε Ντάλμπεργκ. Δυναμική, οξύθυμη και φιλόδοξη, η Μάε ήταν αντιπαθής σχεδόν σε όλους τους συνεργάτες του Λόρελ. Ήταν κι η Μάε ηθοποιός και το ζευγάρι έπαιζε μαζί στο θέατρο. Το 1924 ο Λόρελ θα εμφανιζόταν στη μεγάλη οθόνη, σε συνεργασία με τον παραγωγό Τζο Ροκ. Το νέο συμβόλαιο του Λόρελ είχε ένα απαράβατο όρο: να μην εμφανιστεί η Μάε στις ταινίες….Ο παραγωγός δεν σταμάτησε εκεί. Της προσέφερε χρήματα και ένα εισιτήριο για Αυστραλία, χωρίς επιστροφή. Η Μάε τα δέχτηκε και εξαφανίστηκε από τη ζωή του Λόρελ.
Το 1926 ο Λόρελ παντρεύτηκε τη δεύτερη σύζυγό του, Λόις Νίλσον. Η τραγωδία χτύπησε τον ταλαντούχο ηθοποιό τρία χρόνια μετά, όταν η κόρη του γεννήθηκε πρόωρα και πέθανε 9 μέρες μετά τη γέννηση της. Ο γάμος του δεν άντεξε το χτύπημα. Έμειναν μαζί μέχρι το 1933, αλλά ο Λόρελ έψαχνε απλώς μια αφορμή για να χωρίσει. Η αφορμή εμφανίστηκε με τη μορφή της Ρουθ Ρότζερς. Γνωρίστηκαν την άνοιξη του 1933 και τον Οκτώβριο, ο Λόρελ πήρε διαζύγιο από τη Λόις. Τον Απρίλιο του 1934, παντρεύτηκε για τρίτη φορά. Η σχέση του Λόρελ και της Ρουθ είχε φοβερά «σκαμπανεβάσματα». Χώρισαν για πρώτη φορά το 1935….
Το 1938 ο Λόρελ παντρεύτηκε την τέταρτη σύζυγό του, Βέρα Σουβάλοβα. Η Ρουθ εμφανίστηκε στο ξενοδοχείο που περνούσαν το μήνα του μέλιτος και έκανε σκηνή, επειδή πίστευε ότι το διαζύγιό της με τον Λόρελ δεν είχε οριστικοποιηθεί. Ο Λόρελ την ηρέμησε και της εξήγησε ότι ο γάμος του με τη Σουβάλοβα ήταν απολύτως νόμιμος. Όπως όλες οι σύζυγοί του, η Βέρα ήταν οξύθυμη και φωνακλού και ο Λόρελ πήρε ακόμα μία φορά διαζύγιο, το 1940. Φαίνεται ότι το πάθημα του δεν έγινε μάθημα. Τον Ιανουάριο του 1941 ξαναπαντρεύτηκε τη Ρουθ. Τον Μάιο του ίδιου χρόνου ζούσαν χωριστά. Τα ξαναβρήκαν και έμειναν μαζί έως το 1943, όταν η Ρουθ έκανε αίτηση διαζυγίου, αλλά την απέσυρε.. Τελικά, το 1945, το ζευγάρι χώρισε οριστικά….
Το 1946, ο Λόρελ ακολούθησε τον γνωστό δρόμο προς την εκκλησία. Αυτή τη φορά με τη Ρωσίδα τραγουδίστρια Ίντα Ραφαέλ. «Δεν έχει άλλα διαζύγια για τον Σταν», δήλωσε η Ίντα την ημέρα του γάμου τους Η πρόβλεψη της επαληθεύτηκε. Η Ίντα ήταν έμεινε στο πλευρό του ηθοποιού μέχρι το τέλος της ζωής του. Ήταν η μοναδική απ’ τις πέντε γυναίκες του που δεν υπέγραψε χαρτιά διαζυγίου. Ο θάνατος…
Στις 19 Φεβρουαρίου του 1965, ο Λόρελ έπαθε καρδιακό και πέθανε τέσσερις μέρες μετά, στις 23 Φεβρουαρίου. Ο Λόρελ δεν έχασε το χιούμορ του ούτε στις τελευταίες του στιγμές. Μερικά λεπτά πριν πεθάνει, είπε στη νοσοκόμα ότι θα ήθελε πολύ να πάει για σκι. Η νοσοκόμα τον κοίταξε παραξενεμένη: «Δεν ήξερα ότι σας αρέσει το σκι». «Δεν μου αρέσει», απάντησε ο Λόρελ, «Αλλά θα προτιμούσα να κάνω σκι από αυτό που κάνω τώρα!»…
Leave a Reply