Η χαρακτηριστική φωτογραφία με τα αμέτρητα, χρωματιστά μπουκάλια στον τοίχο πίσω από το ξύλινο μπαρ με την μαρμάρινη επιφάνεια κάνει τον γύρο του κόσμου από τότε κυρίως που μπήκε στην ζωή μας το ίντερνετ και η ραγδαία χρήση των social media.
Ο Βρεττός επί του πεζόδρομου της Κυδαθηναίων στην Πλάκα, ωστόσο, μπήκε στην ζωή των Αθηναίων, αρχικά, και μεταγενέστερα και των τουριστών, πολύ νωρίτερα.
Ήταν το 1909 όταν ο κύριος Μιχάλης Βρεττός (η φωτογραφία του βρίσκεται σε εμφανές σημείο στο χώρο) δημιούργησε το μικρό καπηλειό με επωνυμία το επίθετό του, από το οποίο αργότερα θα περνούσαν διάσημες προσωπικότητες της εγχώριας και διεθνούς show bizz, και όχι μόνο.
Ο χώρος, ήδη, από την εξωτερική του εικόνα βγάζει κάτι αυθεντικά παλιακό που κινεί το ενδιαφέρον να περάσεις την πόρτα του και να βρεθείς στον εξαιρετικά ενδιαφέροντα εσωτερικό του χώρο, που σε ταξιδεύει πίσω στο χρόνο.
Δεξιά της εισόδου καλωσορίζει τον πελάτη το παλιό αποστακτήριο ούζου, που δηλώνει από την πρώτη κιόλας στιγμή την ιδιαιτερότητα της λειτουργίας του χώρου. Πίσω ακριβώς μια σειρά από μεγάλα, ξύλινα βαρέλια (τα παλαιότερα στην πάνω σειρά μετρούν έναν αιώνα ζωής), αποτελούν το δεύτερο «αποδεικτικό» της πρότερης λειτουργίας του. Τέσσερα από αυτά χρησιμοποιούνται κανονικά και σήμερα για την αποθήκευση του ούζου και του μπράντι παραγωγής των ιδιοκτητών.
Ακριβώς απέναντι από την είσοδο ο χαρακτηριστικός τοίχος με τα πολύχρωμα, γυάλινα μπουκάλια που έχει κάνει γνωστό στα πέρατα του κόσμου τον Βρεττό.
«Οι περισσότεροι έρχονται στο μαγαζί αναζητώντας τη συγκεκριμένη εικόνα. Σχεδόν πάντα βγαίνουν μια selfie με τον διάσημο τοίχο μας, και είτε κάθονται για ένα λικέρ, είτε επιστρέφουν άλλη στιγμή μετά την βόλτα τους», μας αποκαλύπτει η κυρία Αριάννα Παπαδονικολάκη, σημερινή ιδιοκτήτρια (από την τρίτη οικογένεια ιδιοκτητών που έχει αναλάβει τα ηνία).
Για την ιστορία, ο συγκεκριμένος τοίχος προστέθηκε αρκετά χρόνια μετά την ίδρυση του μαγαζιού, περίπου τη δεκαετία του ’60, όταν στο «τιμόνι» βρισκόταν η δεύτερη ιδιοκτησία, δύο φίλοι του ιδρυτή του ιστορικού αυτού ποτοπωλείου.
Έτσι όπως βλέπουμε σήμερα το χώρο είναι εδώ και πενήντα χρόνια, με τα έπιπλα να έχουν τεράστια αξία καθώς παραμένουν τα ίδια χωρίς καμία παραποίηση (αν παρατηρήσετε καλύτερα τις ξύλινες βιτρίνες κάτω από το μπαρ θα το διαπιστώσετε και οι ίδιοι από την φθορά του ξύλου).
Η αρχική λειτουργία του, λοιπόν, ήταν περισσότερο αυτή του καπηλειού, με τον αποστακτήρα (αυτόν της εισόδου) να βρίσκεται στην αποθήκη και τον κύριο Βρεττό να παράγει κυρίως κρασί, οινόπνευμα, ούζο και λικέρ (τσέρι και μέντα στα πιο κλασικά).
Ο πρώτος ιδιοκτήτης κράτησε το μαγαζί για περίπου 50 χρόνια και έπειτα το πέρασε σε δύο φίλους του τη δεκαετία του ‘60. Η οικογένεια Παπαδονικολάκη στην ουσία είναι ο τρίτος ιδιοκτήτης του Βρεττού, η οποία ανέλαβε τα ηνία το 2008.
Αυτό που κάνει μοναδικό και ξεχωριστό τον Βρεττό στο είδος του δεν είναι άλλο από την μεγάλη ποικιλία σε λικέρ, η οποία αγγίζει τις 40 διαφορετικές γεύσεις –κάτι που το καθιστά μοναδικό στο είδος του όχι μόνο στην Αθήνα, αλλά σε ολόκληρη την Ελλάδα– και παράγεται σε μικρές ποσότητες βάσει των συνταγών που τους άφησε παρακαταθήκη η δεύτερη γενιά ιδιοκτητών, αποκλειστικά για το μαγαζί και τους πελάτες του.
«Η τεχνογνωσία δεν υπήρχε, ωστόσο, οι προηγούμενοι ιδιοκτήτες μας βοήθησαν πάρα πολύ με τις συνταγές, από την εποχή του κυρίου Βρεττού, οι οποίες δεν έχουν υποστεί αλλαγές. Προσπαθήσαμε να τις κρατήσουμε ίδιες και να τις βελτιώσουμε στο μέτρο που μπορούσαμε, προσθέτοντας νέες γεύσεις όπως το λικέρ passion fruit».
Σύμφωνα με την κυρία Παπαδονικολάκη «στις πιο δημοφιλείς γεύσεις η μαστίχα, μια all time classic επιλογή, την οποία προτείνουμε και στους ξένους που μας επισκέπτονται, καθώς πρόκειται για μία άκρως ελληνική και ιδιαίτερη γεύση που δεν έχουν ξαναδοκιμάσει πουθενά αλλού».
Εξίσου ενδιαφέρουσα γεύση το λικέρ καφές, το λιμοντσέλο που προτιμάται κυρίως κατά την καλοκαιρινή περίοδο αλλά και το ζεστό, αρωματικό ρακόμελο για τις κρύες μέρες του χειμώνα –σαν κι αυτή που επισκεφτήκαμε κι εμείς το Βρεττό, και μας φάνηκε βάλσαμο το σφηνάκι ρακόμελο (σ.σ. σερβίρεται σε μπακιρένιο μπρίκι).
Ακόμη μία πρωτοτυπία του ποτοπωλείου είναι το γεγονός ότι παράγει ούζο διπλής, τριπλής, τετραπλής ακόμη και πενταπλής απόσταξης, ένα ούζο που δεν βρίσκεται εύκολα στην ελληνική αγορά.
Η εμμονή στο να μείνει ο πελάτης ευχαριστημένος αποτελεί βασική προτεραιότητα για την κυρία Παπαδονικολάκη καθώς, όπως παραδέχεται «όταν κάποιος θέλει να αγοράσει ή να πιει κάτι, πάντα θα το δοκιμάσει πρώτα, δεν παίρνει τίποτα στα τυφλά», εξασφαλίζοντας έτσι ότι αυτό που θα επιλέξει θα είναι και κάτι που του αρέσει γευστικά και τον αντιπροσωπεύει.
Μπορεί στο μενού του να μην υπάρχει καφές (!) παρόλο που ανοίγει από τις 10.00 το πρωί, ωστόσο υπάρχει μια ενημερωμένη λίστα κρασιών με 150 επιλεγμένες ετικέτες αποκλειστικά από τον ελληνικό αμπελώνα, οι οποίες σερβίρονται και σε ποτήρι, καθώς και επιλογές σε signature cocktails που παρασκευάζονται με τα ποτά που παράγει το ποτοπωλείο –πιο δημοφιλή αυτά με τη μαστίχα και το ρακόμελο.
Φρανκ Σινάτρα και Ραλφ Λόρεν από τις διάσημες, διεθνείς προσωπικότητες που έχουν περάσει και δοκιμάσει το λικέρ του, ενώ δεν είναι λίγοι και οι Έλληνες ηθοποιοί που το επιλέγουν για ένα ποτό μετά την παράσταση ή την επίσκεψη στο θέατρο Τέχνης Κάρολος Κουν που βρίσκεται σχεδόν δίπλα.
Αυτό που οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν είναι ότι ο Βρεττός αποτέλεσε «σκηνικό» για πάρα πολλές προτάσεις γάμου, καθώς και την τελευταία στάση μιας εγκύου λίγο πριν γεννήσει για ένα τελευταίο λικεράκι πριν το μεγαλύτερο και σπουδαιότερο γεγονός στην ζωή της.
Εκείνο που κρατάμε εμείς από την επίσκεψή μας στο Βρεττό, είναι ότι πρόκειται για ένα στέκι. Δεν μιλάμε για ένα ακόμη απρόσωπο μπαρ, αλλά για ένα στέκι όπου ο κόσμος, τόσο μεταξύ τους όσο και με το φιλικό προσωπικό, γίνονται μια παρέα και απλώς περνάνε καλά σε έναν υπέροχο χώρο που «μυρίζει» ιστορία και ταξιδεύει πίσω στο χρόνο.
Leave a Reply